Η ανάθεση δημόσιων υπηρεσιών είναι ένα κρίσιμο και αδιαπραγμάτευτο βήμα για τους δήμους που επιτρέπεται να ανοίξουν και να λειτουργήσουν καζίνο στη Γαλλία, είτε σε αυτοδιοικητική βάση είτε μέσω δημόσιας σύμβασης. Παρόλο που τα τυχερά παίγνια στα καζίνο δεν αποτελούν δραστηριότητα δημόσιας υπηρεσίας, υπάρχει υποχρεωτική συμφωνία που υπογράφηκε κατ’ εφαρμογή του νόμου του 1907 και η οποία καθορίζει όλους τους όρους και τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την ανάθεση μιας ανάθεσης αυτού του τύπου.
Η διαδικασία για την αδειοδότηση τυχερών παιχνιδιών σε έναν δήμο
Κατ’ αρχήν, ο Κώδικας Εσωτερικής Ασφάλειας (CSI) απαγορεύει τα τυχερά παίγνια, με λίγες μόνο εξαιρέσεις που προβλέπονται ρητά. Σε αυτές περιλαμβάνονται τα καζίνο που διεξάγουν τυχερά παιχνίδια σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στον κώδικα. Κατά συνέπεια, η άδεια για την έναρξη λειτουργίας καζίνο που προσφέρει τυχερά και χρηματικά παίγνια μπορεί να χορηγηθεί σε ορισμένους δήμους, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου L.321-1 του CSI. Σε γενικές γραμμές, μόνο οι ακόλουθοι φορείς επιτρέπεται να λειτουργούν καζίνο: δήμοι που χαρακτηρίζονται ως παραθαλάσσια, κλιματικά ή ιαματικά θέρετρα, δήμοι στους οποίους λειτουργεί καζίνο από τις 3 Μαρτίου 2009 και δήμοι που χαρακτηρίζονται ως τουριστικά θέρετρα.
Ωστόσο, ένα κείμενο με ημερομηνία 14 Δεκεμβρίου που αποσκοπεί στη μείωση των εδαφικών ανισοτήτων στη χωροθέτηση των καζίνο, διευρύνει τις εξαιρέσεις για το άνοιγμα νέων καζίνο και ενθαρρύνει τη συμμετοχή νέων πόλεων. Πρέπει να σημειωθεί ότι ένας δήμος που είναι μέλος ενός ΕΠΙΧ με αρμοδιότητα την προώθηση του τουρισμού, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας τουριστικών γραφείων, δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη για τη διαχείριση των εγκαταστάσεων αυτών, εκτός εάν μεταβιβάσει την αρμοδιότητα αυτή στον διαδημοτικό φορέα- συνεπώς, διατηρεί την ευθύνη για τα καζίνο. Τέλος, οι τοπικές αρχές οφείλουν να αποφασίζουν αν θα επιτρέψουν τα τυχερά παίγνια στην περιοχή τους και αν θα ανανεώσουν τη λειτουργία τους. Η απλή αρμοδιότητα και δυνατότητα δεν επιτρέπει τη λειτουργία καζίνο χωρίς αυτή την προϋπόθεση.
Τα τυχερά παίγνια καζίνο δεν αποτελούν προφανώς δραστηριότητα δημόσιας υπηρεσίας- ωστόσο, εφόσον η σύμβαση υποχρεώνει τον εντολοδόχο να συμμετέχει στην οικονομική, τουριστική και πολιτιστική ανάπτυξη του δήμου και η αμοιβή του εντολοδόχου εξασφαλίζεται ουσιαστικά από τα αποτελέσματα της λειτουργίας, οι συμφωνίες που συνάπτονται με σκοπό την ίδρυση και λειτουργία τους προσομοιάζουν με ανάθεση δημόσιας υπηρεσίας. Συνεπώς, η επιλογή της σύμβασης για τη λειτουργία του καζίνο είναι υποχρεωτική- προκειμένου να ορίσει ποιος θα εκμεταλλευτεί το καζίνο, το δημοτικό συμβούλιο πρέπει να εγγραφεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων L.1411-1 και επόμενα του Γενικού Κώδικα Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Με άλλα λόγια, πρέπει να συνάψει σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας. Συνεπώς, η τοπική αρχή δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να αναθέσει δημόσια σύμβαση για τη δραστηριότητα αυτή ή να τη διαχειριστεί η ίδια.
Με τον τρόπο αυτό, η τοπική αρχή θα είναι υποχρεωμένη να συμμορφωθεί με τη διαδικασία διαβούλευσης για τις συμβάσεις αυτές, όπως ορίζεται τόσο στο CGCT όσο και στον Κώδικα Δημοσίων Συμβάσεων. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, η συμβουλευτική συνέλευση θα πρέπει να αποφασίσει σχετικά με την αρχή της χρήσης δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών. Σε αντίθεση με άλλες “παραδοσιακές” συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας, η έκθεση που περιγράφει τα χαρακτηριστικά των υπηρεσιών που θα παρέχει ο εντολοδόχος θα είναι αναγκαστικά πιο συνοπτική, δεδομένου ότι η προσφυγή σε σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας είναι αναπόφευκτη.
Καθορισμός της προθεσμίας για την ανάθεση δημόσιας υπηρεσίας
Δεν θα είναι απαραίτητο να παραπεμφθεί το θέμα στην κοινωνική και εδαφική επιτροπή για γνωμοδότηση πριν από τη λήψη της απόφασης, εφόσον ο δήμος δεν έχει προηγουμένως διαχειριστεί ο ίδιος την υπηρεσία και επειδή η επιλογή αυτής της σύμβασης δεν θα έχει επιπτώσεις στην οργάνωση ή τη συνολική λειτουργία της διοίκησής του. Ωστόσο, εάν ο δήμος έχει πληθυσμό τουλάχιστον 10.000 κατοίκων, εξακολουθεί να είναι υποχρεωμένος να παραπέμψει το θέμα στη συμβουλευτική επιτροπή τοπικών δημόσιων υπηρεσιών για γνωμοδότηση πριν από την απόφαση. Τέλος, εάν ο δήμος δεν διαθέτει ήδη τέτοια επιτροπή, θα πρέπει να συστήσει μια επιτροπή αφιερωμένη στις δημόσιες υπηρεσίες, ο ρόλος της οποίας θα είναι να γνωμοδοτεί επί των προσφορών και των αιτήσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο της διαδικασίας.
Σύμφωνα με το διάταγμα της 14ης Μαΐου 2007, ένα καζίνο πρέπει να προσφέρει τρεις δραστηριότητες, δηλαδή ψυχαγωγία, εστίαση και τυχερά παιχνίδια, όλες υπό ενιαία διαχείριση. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί η ανάθεση μόνο στα τυχερά παιχνίδια- επιπλέον, δεν ορίζεται ελεύθερα. Στην πραγματικότητα, υπόκειται σε προηγούμενη άδεια που εκδίδεται από τον Υπουργό Εσωτερικών μετά από αίτηση του εντολοδόχου. Η άδεια διεξαγωγής τυχερών παιχνιδιών καθορίζει τον μέγιστο αριθμό παιγνιομηχανημάτων, τραπεζιών τυχερών παιχνιδιών και ηλεκτρονικών παιγνιομηχανημάτων που μπορούν να λειτουργήσουν. Για τις δραστηριότητες αυτές, και παρά τον ετερογενή χαρακτήρα τους, η σύμβαση πρέπει να καθορίζει τα ποσοστά τους, καθώς και τους όρους και τις προϋποθέσεις για την εξέλιξή τους- πρέπει να σημειωθεί ότι τα ποσοστά αυτά μπορούν να προταθούν από τον εντεταλμένο, αλλά θα πρέπει να εγκριθούν από το δημοτικό συμβούλιο.
Εκτός από αυτές τις υποχρεωτικές δραστηριότητες, ο δήμος μπορεί να επιβάλει και άλλες εργασίες, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές είναι συμπληρωματικές προς τον σκοπό της ανάθεσης. Στην περίπτωση των καζίνο, τα συμπληρωματικά καθήκοντα πρέπει να αφορούν τον τουρισμό. Στο πλαίσιο αυτό, επιτρέπεται η λειτουργία ξενοδοχείου, ιαματικών λουτρών ή κέντρου λουτροθεραπείας. Τέλος, εάν ο εντολοδόχος είναι νομικό πρόσωπο, οι δραστηριότητες αυτές πρέπει να ασκούνται από εταιρεία της οποίας η έδρα βρίσκεται στο δήμο του καζίνο. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να συμπεριληφθεί στη σύμβαση ρήτρα που να απαιτεί από τον εντολοδόχο να συστήσει ειδική εταιρεία που να ενσωματώνει αυτόν τον περιορισμό και, κατά συνέπεια, ρήτρα αναθεώρησης που να επιτρέπει την αντικατάσταση του υποψηφίου υπογράφοντος από την ειδική αυτή εταιρεία.
Η διαφορά μεταξύ μιας άδειας κατάληψης χώρων και μιας σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας
Ενώ σήμερα, μια σύμβαση παραχώρησης που αφορά την παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας ισοδυναμεί, αν είναι απαραίτητο, με άδεια κατάληψης του δημόσιου χώρου, η αρχή αυτή δεν έχει κανένα αποτέλεσμα στην περίπτωση ενός καζίνου. Σύμφωνα με το διάταγμα της 14ης Μαΐου 2007, όταν το κτίριο στο οποίο λειτουργεί το καζίνο ανήκει στον δήμο, η μίσθωση πρέπει να είναι ξεχωριστή από τη σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να υποβληθούν στο δημοτικό συμβούλιο προς έγκριση δύο ξεχωριστά έγγραφα. Η φύση της σύμβασης κατοχής εξαρτάται από την κατηγορία της γης στην οποία λειτουργεί το καζίνο. Δεν αποκλείεται το καζίνο να εγκατασταθεί σε ιδιωτικό ακίνητο του δήμου, εάν δεν υπάρχουν εγκαταστάσεις απαραίτητες για την παροχή της δημόσιας υπηρεσίας.
Ωστόσο, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, εφόσον αποδειχθεί ότι είναι απαραίτητες για τη λειτουργία της ανατεθείσας δημόσιας υπηρεσίας στο σύνολό της, το ακίνητο που κατασκευάστηκε στο πλαίσιο της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας θεωρείται επιστρεπτέο περιουσιακό στοιχείο, το οποίο επιστρέφεται στον δήμο δωρεάν και στην ίδια κατάσταση στην οποία βρισκόταν κατά την ολοκλήρωση της σύμβασης. Επιπλέον, το διάταγμα ευνοεί σιωπηρά τη λειτουργία καζίνου, η οποία ωστόσο εξακολουθεί να υπόκειται σε άδεια του δήμου στην περίπτωση ακινήτου που ανήκει σε ιδιώτη.
Σύμφωνα με το άρθρο L.2333-54 του CGCT, οι δήμοι που προωθούν τον τουρισμό είναι ελεύθεροι να θεσπίσουν εισφορά επί των ακαθάριστων εσόδων από τυχερά παιχνίδια (PBJ), ο υπολογισμός της οποίας διέπεται από το CSI. Αυτή η δημοτική εισφορά δεν μπορεί να υπερβαίνει το 15% των ακαθάριστων εσόδων από τυχερά παιχνίδια που παράγει ο εντεταλμένος. Συνεπώς, ο δήμος θα πρέπει να βρει τη χρυσή τομή προκειμένου να βελτιστοποιήσει τα εισπραττόμενα έσοδα διατηρώντας παράλληλα τον ελκυστικό χαρακτήρα της σύμβασης. Η εισαγωγή μιας προοδευτικής εισφοράς, με βάση το ακαθάριστο λειτουργικό κέρδος του φορέα εκμετάλλευσης, αποτελεί ένα ενδιαφέρον μέσο από την άποψη αυτή.
Ο παραχωρησιούχος θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στην καλλιτεχνική, πολιτιστική και τουριστική ανάπτυξη του δήμου. Είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί ότι η εισφορά που έπρεπε να χρησιμοποιηθεί, η οποία υποχρέωνε τον φορέα εκμετάλλευσης καζίνο να διαθέσει επενδύσεις που αποσκοπούσαν στη βελτίωση της ελκυστικότητας του καταστήματος τυχερών παιχνιδιών και του περιβάλλοντα χώρου, καταργήθηκε από τον τροποποιητικό νόμο για τον προϋπολογισμό του 2024. Για να αντισταθμιστεί αυτή η κατάργηση, αναθεωρήθηκε η κλίμακα της προοδευτικής εισφοράς επί των PBJ που διενεργείται από το κράτος, το 10% της οποίας επιστρέφεται στον δήμο.
Τέλος, όταν οι χώροι που στεγάζουν το καζίνο βρίσκονται σε δημόσιο κτήμα του δήμου, η κατάληψη αυτή πρέπει να οδηγεί σε τέλος. Το τέλος αυτό μπορεί να διαιρεθεί σε ένα σταθερό και ένα μεταβλητό στοιχείο. Θα μπορούσε να βασίζεται, για παράδειγμα, στον κύκλο εργασιών του φορέα εκμετάλλευσης. Το τέλος αυτό είναι σαφώς διαφορετικό από το δημοτικό τέλος επί της ΑΠΑ και, ως εκ τούτου, μπορεί να καταλήξει να είναι υψηλότερο από το τελευταίο.